Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα σκέψεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα σκέψεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

30 Απριλίου 2020

Η εξίσωση αλλάζει

     Εάν η ελπίδα αποτελεί κινητήρια δύναμη, τότε θα απέφευγα με κάθε κόστος μια απλουστευμένη εκδοχή της. Διότι κάθε μέρα που ξημερώνει θα μας υπενθυμίζει όλο και πιο δηκτικά πόσο απροστάτευτοι είμαστε. Το πρόβλημα δεν θα χτυπήσει απλώς αλλά θα γκρεμίσει του κουφού την πόρτα. Το μόνο που θα λάμψει στα απελπισμένα κελεύσματα για έναν προστάτη θα είναι η παιδαριώδης αφέλεια του να πιστεύουμε σε μαγικά ραβδιά και αόρατα χέρια. Το άγχος θα γίνει η νέα επιδημία, μια επιδημία που θα σκοτώνει πολύ προτού επιφέρει τον θάνατο. Γι’ αυτό και όσοι εκτιμούν το αύριο με γνώμονα το σήμερα θα φορτωθούν με το επιπρόσθετο βάρος της έκπληξης καθώς οι νεφελοκοκυγγίες τους θα καταρρέουν.
     Αλίμονο ωστόσο εάν εναπόθετα τις ελπίδες μου στους θιασώτες εκείνων που θεσπίζουν τη μιζέρια και κανονικοποιούν την πτώση σε κάθε επίπεδο. Όσους αρέσκονται σε αερολογίες που βρίθουν κλισέ εκφράσεων υπερ πατρίδος, όσους διεγείρονται στην ιδέα της ανωτερότητας και όσους ορέγονται έναν πατριαρχικό δείκτη, εστιασμένο και σμιλευμένο μέχρι αηδίας από τους τηλεοπτικούς και ψηφιακούς δέκτες τους για να τους υποδείξει πώς θα ζήσουν. Δηλώνω ευθαρσώς ότι είναι άξιοι της δυσοίωνης μοίρας τους. Μιας μοίρας που δυστυχώς συμπαρασύρει και τους υπόλοιπους.
     Ούτε όμως τρέφω κάποια προσδοκία για ενήλικες με ατροφικά ιδεώδη. Για ανθρώπους -όπως εκλάβουν την έλλειψη του υποκοριστικού ως μεγαλοψυχία- που λειτουργούν μηχανικά, σαν προγραμματισμένα μυρμήγκια, δίχως την σπίθα της περιέργειας, όσο η εναπομείνασα συνείδησή τους προσπαθεί να γεμίσει το μετά βίας αισθητό κενό της πνευματικής τους ένδειας με φλυαρία, σαχλή ψυχαγωγία, κουτσομπολιό, μίσος και ίντριγκες. Έκαστος στο είδος του και ο πολίτης μακριά από την πολιτική. Κάποιο βαρύγδουπο σημασιολογικό λάθος πρέπει να διεπράχθη εις τους αιώνες και τούτες οι δυο λέξεις ομοιάζουν τόσο πολύ. Θα ήμουν τουλάχιστον ανόητος εάν στοιχημάτιζα στην ανάνηψη κάποιου κοντόφθαλμου και παραιτημένου πνεύματος.
     Η ελπίδα μου δεν μπορεί παρά να είναι ανορθόδοξη και οι βάσεις της εξ ορισμού ρευστές. Γιατί έτσι μόνο μπορεί μια ελπίδα να γλιστρά ανάμεσα στα χαλάσματα των καιρών. Ο μεγαλύτερος εχθρός της αλλαγής δεν είναι μήτε η ανοησία μήτε η αδιαφορία. Άλλωστε, ο φαινομενικά ανίκητος συνδυασμός αυτών των δυο δεν αποτέλεσε παρά ανεπαρκή φραγμό μπροστά στα αλλεπάλληλα κύματα διεκδικήσεων και την ορμητική εξάπλωση ιδεών που μετουσιώθηκαν σε κοινωνικοπολιτικές αλλαγές στο ρου της ιστορίας. Ο μεγαλύτερος εχθρός της αλλαγής είναι ο φόβος. Η ατελείωτη διαδοχή των ανατριχιαστικών σεναρίων που η σκληρή πραγματικότητα δεν θα διστάσει να πραγματώσει. Ύστερα από συνεχείς χαμένες μάχες, η αφοσίωση στη διεκδίκηση μετουσιώνεται από πράξη παραδοσιακά ηρωϊκή σε παράτολμη. Ο συμβιβασμός με ένα δυστοπικό ενδιάμεσο είναι θελκτικός καθώς όχι μόνο αποτρέπει τη βάναυση τιμωρία αλλά αποτελεί -ειρωνικά- δείκτη κοινωνικής ωριμότητας. Το κόστος της απραγίας, αν και βίαιη ώθηση για την ανάληψη ενός ρίσκου, ελάχιστα μπορεί να συνεισφέρει έναντι ενός συστήματος που διδάσκει την αβοηθησία και παραδειγματίζει ανελλιπώς ώστε η φλόγα του φόβου να συνεχίζει να θρέφεται. Η απελπισία χάνει τη διττή της φύση και εξισώνεται αποκλειστικά με την παραίτηση. Είναι η ζυγισμένη σιωπή των φρονίμων, των πνευματικά αλλά δυστυχώς και κυριολεκτικά φρονίμων η ζωτική αρτηρία στην έκφυλη καθεστηκυία ισορροπία.
     Ίσως λοιπόν ο αναπόφευκτος στοχασμός πάνω στο δίλημμα βίωσης και επιβίωσης και η διαβρωτική κενότητα που γιγαντώθηκε μέσα από τις απαγορεύσεις και τον εγκλεισμό, να γέννησε μια μικρή, αδιόρατη ρωγμή. Μια ρωγμή που θα ωριμάσει και θα εξαπλωθεί ώσπου τελικά θα σπάσει τη σιωπή των φρονίμων. Ο θάνατος προβλήθηκε τόσο πολύ που μαζί με τον φόβο καλλιεργήθηκε μια λανθάνουσα εξοικείωση. Η δίψα για ζωή, με όλους τους κινδύνους και τις ομορφιές που αυτή συνεπάγεται, δυναμώνει. Η εξίσωση αλλάζει και κάθε δυσμενής έκβαση μπορεί παραδόξως να μας φέρνει πιο κοντά στην πολυπόθητη αλλαγή.
                                                                                          Άγγελος Διδάχος

2 Απριλίου 2020

Εν αναμονή


     Το άκουγα παντού. Άνθρωποι κάθε ηλικίας, με ζωές τόσο διαφορετικές, με πεποιθήσεις παραπλήσιες μέχρι και διαμετρικά αντίθετες, όλοι κατέληγαν στο ίδιο συμπέρασμα. Ήταν σαν επιβεβαιωμένη είδηση για κάτι που πρόκειται να συμβεί στον καθένα μας. Είδηση που μεταδιδόταν με έναν διακριτικό, σχεδόν υποκριτικό τόνο φωνής και αν μη τι άλλο τη διαδεχόταν μια βουβή αμηχανία. «Έφτασε η ώρα να γνωρίσουμε τον εαυτό μας».
     Οι ώρες γίνανε μέρες κι οι μέρες εβδομάδες. Μέσα σε αυτό το διάστημα, μονάχα πλατσουρίσαμε στα ρηχά των σκέψεών μας. Έως τώρα, έπρεπε να είχαμε αποδεχθεί ότι η συνάντηση αναβλήθηκε επ αόριστον, όμως, με πείσμα ισάξιο ενός αγιάτρευτα ερωτευμένου, συνεχίζουμε να βαυκαλιζόμαστε ότι υπάρχει απλώς μια μικρή καθυστέρηση. Ίσως αύριο. Ίσως την επόμενη εβδομάδα. Η πνευματική ανάταση θα έρθει και μαζί της μία πρωτοφανής εσωτερική λάμψη. Ο κόσμος θα αποκτήσει επιτέλους ένα απόλυτα συμπαγές νόημα. Αντ’ αυτού φυσικά, καμία γνώριμη φιγούρα στον ορίζοντα. Εν αναμονή μίας προσωπικής αποκάλυψης, αναλωθήκαμε σε άσκοπες, επαναλαμβανόμενες ενέργειες. Πράγματα τα οποία μας δίνουν χαρά και ικανοποίηση, τα στύψαμε, τα στύψαμε ώσπου άρχισαν πλέον να χάνουν την ουσία τους. Τέτοιος έγινε ο βαθμός επανάληψης, όπου η αυθόρμητη αγάπη κατέληξε να μοιάζει με βίαιη προσπάθεια. Η έξαψη της χαράς μετατράπηκε σε βαθιά ανησυχία για την απουσία της. «Άλλοτε σου άρεσε να γράφεις και να διαβάζεις. Να παίζεις βιντεοπαιχνίδια ή επιτραπέζια. Να παρακολουθείς σειρές. Να περνάς το χρόνο με τα παιδιά σου. Να αθλείσαι. Να μιλάς σε φίλους... Τι σου συμβαίνει; Προσπάθησε κι άλλο. Ξανά και ξανά ώσπου να ανακτήσεις την χαμένη σου διάθεση».
     Όχι μόνο δεν αναπτύξαμε καμία ουσιαστική δεξιότητα ενδοσκόπησης αλλά βρεθήκαμε περισσότερο αποπροσανατολισμένοι από ποτέ. Η σύγχυση αυτή τίποτα κοινό δεν έχει με εκείνη που προοιωνίζει εσωτερικές ανακαλύψεις. Η γόνιμη σύγχυση είναι αυτή μιας θυελλώδους σκέψης, σε ένα περιβάλλον γεμάτο ζωντάνια και επικινδυνότητα, όπου κάθε φιλοπερίεργη κίνηση συνεπάγεται ένα κόστος ή ένα όφελος. Ιχνηλατώντας με αγωνία τα φρέσκα σημάδια των πράξεών μας, οδηγούμαστε σε συμπεράσματα για εμάς τους ίδιους, άλλοτε αντικειμενικά και άλλοτε κατεργασμένα από προϋπάρχουσες αντιλήψεις. Ήταν ανέκαθεν ο συναισθηματικός και κοινωνικός αντίκτυπος των επιλογών μας που μας έκαναν να ανασυνθέτουμε την εικόνα του εαυτού μας. Αν ανακαλύψουμε κάτι που μας εκφράζει πραγματικά, γίνεται η σημαία μας και δενόμαστε πάνω στο κατάρτι που την βαστά αψηφώντας τις όποιες επιπτώσεις. Αν ανακαλύψουμε κάτι αντιφατικό στην συμπεριφορά μας, αναγκαζόμαστε να το ενσωματώσουμε στην άλλοτε απλουστευμένη εικόνα που είχαμε πλάσει. Βλέπουμε σε τι διαφοροποιούμαστε και σε τι ταυτιζόμαστε με τον υπόλοιπο κόσμο. Η κίνηση, η παρατήρηση και η διόρθωση είναι ζωτικές λειτουργίες που χρειαζόμαστε για την κατασκευή μιας όσο το δυνατόν περισσότερο αντιπροσωπευτικής εικόνας του εαυτού μας.
     Από την άλλη, η σύγχυση που επικρατεί είναι σύγχυση αδράνειας. Ένας ομιχλώδης νους που δεν κινείται προς καμια κατεύθυνση, που δεν είναι καν ικανός να εντοπίσει πού βρίσκεται και πώς έφτασε εδώ. Δεν υπάρχει τίποτα να παρατηρήσεις παρά μόνο η ροή της σκέψης σου, η οποία διαγράφει ένα ατέρμον σπιράλ δίχως να οδηγεί πουθενά. Όταν η ίδια η ζωή μπαίνει σε αναμονή, κάθε απόπειρα εσωτερικής αναζήτησης τελειώνει άδοξα. Αυτό που βιώνουμε δεν είναι μια πρόσκαιρη και δυνητικά γόνιμη παύση αλλά μια παρατεταμένη αναμονή. Κανείς δεν γνωρίζει πόσο θα διαρκέσει όπως κανείς δεν ξέρει αν στο όνομα της ασφάλειας μέρος των περιορισμών θα συνεχίσει να επισκιάζει τις ζωές μας, εδραιώνοντας μια νέα ζοφερή κανονικότητα.
      Η  εικόνα  του έγκλειστου ανθρώπου που αναμένει με παροξυσμικό ενθουσιασμό να γνωρίσει τον εαυτό του είναι όχι μόνο τραγική αλλά ενίοτε βαθιά ειρωνική. Αυτό αντικατοπτρίστηκε με τρόπο αδυσώπητο μέσα από την δηκτική συμπεριφορά ατόμων που μέσα σε ελάχιστα εικοσιτετράωρα ασπάστηκαν ολοκληρωτικά ένα απροκάλυπτα στημένο τηλεοπτικό και πολιτικό αφήγημα. Η πλειοψηφία των νέων ενηλίκων, οι οποίοι γαλουχήθηκαν σε ένα απολιτίκ lifestyle, θεωρώντας την ανάμειξη με τα κοινά ως τουλάχιστον εκκεντρικό, αν όχι προβληματικό χόμπι, ξαφνικά χύμηξε μέσα στην αρένα της πολιτικής παίρνοντας μέρος στο κυνήγι αποδιοπομπαίων τράγων. Αν και φύσει πολιτικό ζώο, όπως προ χιλιετιών επεσήμανε ο Αριστοτέλης, ο σύγχρονος άνθρωπος δεν ανέπτυξε ποτέ την πολιτική του ταυτότητα.
     Όντας ωστόσο αρκετά έξυπνος ώστε να μπορεί να διαισθανθεί την αμέλειά του, επινόησε δικαιολογίες για να απαλλαγεί από ενοχικές σκέψεις. Εξίσωσε την πολιτική με την διαφθορά και για να διατηρήσει τον εαυτό του αμόλυντο προτίμησε να μείνει απ’ έξω. Ταύτισε την ενημέρωση, την παρατήρηση και τον στοχασμό πάνω σε ζητήματα που αφορούν την ίδια του την ζωή - ζητήματα που υπερβαίνουν την σφαίρα της πολιτικής και αποκτούν έως φιλοσοφικές διαστάσεις – με την κομματικοποίηση και την προπαγάνδα. Και στην προσπάθειά του να αποφύγει την προπαγάνδα έγινε το εύκολο θύμα της. Μεγαλωμένος σε ένα σύστημα που δεν τον ενθάρρυνε ποτέ να ξεδιπλώσει την πτυχή του ενεργού πολίτη ως μέρος της προσωπικότητάς του, αρκείται στο να αποκαλεί συνωμοσιολόγο, πολιτικάντη ή ουτοπιστή όποιον χρησιμοποιεί τη λέξη σύστημα. Την ίδια στιγμή, οι άμυνές του υποχωρούν αυτομάτως στο άκουσμα των λέξεων «έθνος», «πατρίδα», «ασφάλεια» και «πόλεμος». Λέξεις που ενεργοποιούν το ένστικτο της αγέλης και της επιβίωσης. Δεν φέρει καμία επίγνωσή της ευαλωτότητάς του στους συμβολισμούς και είναι ανίκανος να εντοπίσει καταφανείς μεθόδους χειραγώγησης. Η ίδια η χειραγώγηση ως λέξη του ακούγεται υπερβολική, σαν συνωμοσιολογική αργκό. Αν και φύσει πολιτικό ζώο, ο πολιτικός εαυτός του σύγχρονου ανθρώπου κείτεται σε χειμερία νάρκη, ξυπνάει αποκλειστικά σε κρίσεις που τον επηρεάζουν άμεσα και διατηρεί επιφυλάξεις κυρίως προς όσους διατηρούν επιφυλάξεις. Την ίδια στιγμή φυσικά, δεκάδες χιλιάδες ανθρώπων επιλέγουν έναν άλλο δρόμο, αυτόν της υπνοβασίας. Με υπερβάλλοντα ζήλο, ακολουθούν τις ράγες που τοποθετούν οι μπροστάρηδες των κομμάτων, ακόμη και αν αυτές στενεύουν ασφυκτικά στον ορίζοντα. Προτιμούν να επιδοθούν στη λατρεία του ηγέτη τους, παρά στην κριτική αντιμετώπισή του. Ο πολιτικός τους εαυτός είναι ανελεύθερος και γι’ αυτό ανολοκλήρωτος.
     Πώς περιμένει κανείς ν’ ανακαλύψει τον εαυτό του, όταν δεν ενδιαφέρθηκε ν’ ανακαλύψει τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η κοινωνία μέσα στην οποία ζει; Όταν δεν αναρωτήθηκε αν του ταιριάζει ένας άλλος τρόπος ζωής; Και πώς περιμένει κανείς να δώσει έναν ορισμό του εαυτού του, όταν η ίδια η ζωή του έχει μπει σε αναμονή; Θα ήταν εξίσου ανώφελο με το να προσπαθήσουμε να ορίσουμε την έννοια της ταχύτητας δίχως τη μεταβλητή του χρόνου. Και ο χρόνος έχει παγώσει. Μαζί του και η κίνηση.
    

                                                                                             Άγγελος Διδάχος



11 Φεβρουαρίου 2018

Το ξεχασμένο σχήμα της αγάπης

“Love isn't something natural. Rather it requires discipline, concentration, patience, faith, and the overcoming of narcissism. It isn't a feeling, it is a practice."    Erich Fromm



     "Δεν είμαι ο εαυτός μου σήμερα". Μία σκέψη που έχει περάσει απ' το νου όλων μας. Όχι; Σκέψου καλύτερα. Σκάψε βαθιά στις καταχωνιασμένες εκείνες εμπειρίες που η μνήμη εξορίζει σε κάποια σκοτεινή γωνία του ασυνειδήτου. Όπως ακριβώς σκρολάρεις στην εφαρμογή του κινητού σου, τραβάς μία μία τις σκονισμένες κουρτίνες της σκέψης και βλέπεις τις στιγμές που φύλαξε στ' αμπάρι της για ν' αποφύγει την υπερφόρτωση. Ναι, δίχως υπερβολή, το ασυνείδητο είναι μια εσωτερική κάρτα μνήμης και απαιτεί από εσένα χειροκίνητα να ρίξεις φως, να πλοηγηθείς ανάμεσα σε εκατοντάδες χιλιάδες φακέλους ώστε να βρεις αυτό που σου ζητώ. Όπως έχεις ήδη καταλάβει, αυτό το κείμενο που διαβάζεις έχει αξιώσεις από εσένα. Απαιτεί να είσαι ενεργητικός. Σου εγγυώμαι ότι δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος να συνεχίσεις την ανάγνωση εφόσον δεν καταφέρεις να βρεις ένα αντίγραφο, μία συντόμευση έστω, ενός αρχείου που να αντιπροσωπεύει τον τίτλο που σου ζήτησα. Δες το σαν μια από εκείνες τις εκθέσεις του σχολείου, όπου σου ανατίθεται ένα προκαθορισμένο θέμα το οποίο καλείσαι να αναπτύξεις και μάλλον σιχαίνεσαι διότι πρώτον δεν σου κινεί το ενδιαφέρον (τουλάχιστον αρχικά) και δεύτερον διότι πρέπει να ξοδέψεις φαιά ουσία για να το φέρεις εις πέρας. Η μόνη διαφορά είναι ότι, αν δεν γουστάρεις, σου δείχνω την πόρτα και σου λέω ότι μπορείς να βγεις έξω χωρίς απουσία, δίχως καμία επίπτωση στο βαθμό και σου υπενθυμίζω ότι τα παιδιά στην αυλή παίζουν μπάλα και τους λείπει ένας επιθετικός. Άμα δεν θέλεις να βρεις το αρχείο, τότε ΔΡΟΜΟ!

17 Οκτωβρίου 2017

Να ζει κανείς; Γιά(τι) να μη ζει; Δεν το κατάλαβα

     Η πρώτη εντύπωση παίζει πάντοτε μεγάλο ρόλο αν επιδιώκεις να μπεις στο επίκεντρο της προσοχής. Ιδιαίτερα εάν σκοπεύεις να αναπτύξεις γραπτά μια σκέψη -όπου περιορίζεις αυτομάτως το μέγεθος του φιλοθεάμονος κοινού- η αρχική πρόταση πρέπει να προκαλεί έντονη περιέργεια ή τέρψη. Τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο δύσκολα όταν θέλεις να αναπτύξεις ένα θέμα πάνω στο οποίο οι άνθρωποι δεν θέλουν να στοχάζονται, όπως αυτό που θα αναφερθεί προσεχώς. Ωστόσο, εάν έχεις γράψει ήδη τέσσερις περιόδους και έχεις καταφέρει να διατηρήσεις την προσοχή του αναγνώστη, δίχως ουσιαστικά να έχεις διατυπώσει τίποτα το ουσιώδες, τότε επιτρέπεται να προχωρήσεις στο θέμα ταμπού όπου στην προκειμένη ακούει στη λέξη αυτοκτονία.

     Είναι η αυτοκτονία ταμπού; και γιατί άραγε να συνεχίσω να διαβάζω αυτό το κακογραμμένο κείμενο -το οποίο παρεμπιπτόντως τοποθετεί την θεματική του περίοδο στην δεύτερη παράγραφο- εφόσον το ζήτημα της αυτοκτονίας δεν θα μου προξενήσει χαρά, παρά μόνο μελαγχολία; Στην πραγματικότητα μπορούμε να εκλάβουμε την δεύτερη ερώτηση ως απάντηση στην πρώτη. Τη σήμερον ημέρα, ο ορισμός του ταμπού περιλαμβάνει και μια ψυχολογική, εκτός από ηθική διάσταση. Με απλούστερα λόγια, δεν είναι ανάγκη ένα ζήτημα να είναι ηθικά προσβλητικό ώστε να πεθάνει πάνω στη γέννησή του κατά την διάρκεια μιας συζήτησης. Μπορεί να έχει την ίδια ακριβώς κατάληξη εάν εκλαμβάνεται ως δυνητικά επικίνδυνο για την διατήρηση της πνευματικής ησυχίας μας. Γιατί λοιπόν να διαταράξουμε αυτή τη ψυχική ισορροπία και να αφήσουμε το στυγνό ρεαλισμό να μαγαρίσει με άγχος την καθημερινότητα, που με τόσο κόπο άλλωστε διαμορφώσαμε; Η απάντησή μου είναι κατηγορηματική : διότι ο στοχασμός πάνω σε ζητήματα που είναι φαινομενικά αδιέξοδα και καταθλιπτικά μπορεί να οδηγήσει σε ένα ανώτερο επίπεδο αντίληψης και κατά συνέπεια να συνεισφέρει στη δημιουργία ενός ευρύτερου και πλουσιότερου εννοιολογικά οπτιμισμού. Για να το θέσουμε πιο απλά, στην διατύπωση "Μακάριοι οι φτωχοί τω πνεύματι" η απάντηση είναι : Ναι, μακάριοι, στο βαθμό όμως που είναι ικανοί να ορίσουν την μακαριότητα.

     Η βαθιά υπαρξιακή ανησυχία που προκαλεί το ζήτημα του "νοήματος της ζωής" και της αυτοκτονίας, μπορεί στην πραγματικότητα να οδηγήσει στην κατασκευή μιας πιο εκλεπτυσμένης αλλά και συνεκτικής θεώρησης της ζωής. Θα μπορούσαμε να πούμε επομένως ότι η διείσδυση στο άδυτο του παραλόγου μπορεί να δώσει στη ζωή μας άλλη διάσταση!

     Τι είναι ακριβώς σημαίνει το παράλογο; Το παράλογο(absurdity) είναι ένα δάνειο από τη θεωρία του υπαρξισμού που χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει τη συνειδητοποίηση ότι η ζωή μας δεν έχει κανένα απολύτως αντικειμενικό νόημα. Ακόμη περισσότερο, το παράλογο είναι η αντίφαση ανάμεσα στη συνειδητοποίηση αυτή και την πραγματικότητα, το γεγονός δηλαδή ότι συνεχίζουμε να υπάρχουμε -και να διαβάζουμε κείμενα αμφιβόλου ποιότητας- αν και δεν έχουμε λόγο να το κάνουμε. Δυστυχώς η έκταση του κειμένου αυτού δεν φτάνει για να αποδείξει την ανυπαρξία ενός αντικειμενικού νοήματος στη ζωή. Ακόμη περισσότερο, δεν θα έφταναν όλα τα συγγράμματα επιστήμης, όλα τα αδιαμφισβήτητα πορίσματα σχετικά με τον καταλυτικό ρόλο της τυχαιότητας, για κάποιον που αρνείται πεισματικά να απαγκιστρωθεί από έναν "αντικειμενικό" σκοπό. Ο σκοπός αυτός έχει κατά βάθος θρησκευτικό περιεχόμενο, ακόμη και αν ο εκφραστής του ισχυρίζεται το αντίθετο. Πίσω από την ιδέα ότι "κάτι" πρέπει να τελεστεί και ότι η ζωή μας πρέπει να προσαρμοστεί με τρόπο που να εξυπηρετεί αυτό το "κάτι" λανθάνει ένα ισχυρό θρησκευτικό υπόβαθρο. Ο όρος θρησκεία δεν περιορίζεται εδώ στα συμβατικά θρησκευτικά πιστεύω αλλά συμπεριλαμβάνει κάθε μορφή προσωπικής δογματικής πίστης. Η ιδέα ότι κάτι είναι επιβεβλημένο από μια ανώτερη δύναμη - είτε αυτή ορίζεται ως Θεός είτε όχι- και γι' αυτό ακριβώς πρέπει να πραγματωθεί, είναι ουσιαστικά μια προσπάθεια απόδοσης αντικειμενικού νοήματος στη ζωή. Είναι, επαναλαμβάνω, μια βαθιά θρησκευτική θεώρηση της ζωής. Η θρησκεία επομένως, με τον ευρύτερο όρο της, εκλαμβάνεται ως το μόνο στήριγμα μέσα στο χάος της αβεβαιότητας και συχνά οι άνθρωποι παραδέχονται εμμέσως πλην σαφώς ότι είναι η χρησιμότητα της θρησκείας ο κύριος λόγος για τον οποίο την ενστερνίζονται.

      Ας εικάσουμε ότι ορισμένοι από εσάς συνεχίζετε να διαβάζετε για τους δικούς σας προσωπικούς λόγους αυτό το ομολογουμένως περίεργο και κάπως μεταμοντέρνο στη δομή του κείμενο και ας προχωρήσουμε επιτέλους στο (δεύτερο!) κύριο θέμα του. Ας υποθέσουμε επίσης ότι αποδέχεστε, ή  τουλάχιστον αναγνωρίζετε την πιθανότητα ότι η ζωή που ζείτε στερείται αντικειμενικού νοήματος. Γιατί συνεχίζετε να ζείτε; Κι άντε καλά εσείς μπορεί να έχετε τους λόγου σας, γιατί όμως ο συγγραφέας συνεχίζει να ζει;

     Αυτό που προικίζει με νόημα τη ζωή, είναι ουσιαστικά η συνειδητοποίηση της ανθρώπινης ελευθερίας. Η ελευθερία αυτή απορρέει με τη σειρά της από τη συνειδητοποίηση της ανυπαρξίας ενός αντικειμενικού σκοπού. Εάν πράγματι υπήρχε ένας αντικειμενικός σκοπός που έπρεπε να επιτελέσουμε, τότε θα ήμασταν σκλάβοι αυτού του σκοπού. Δεν θα υπήρχε περιθώριο απειθαρχίας. Η ζωή τότε γίνεται μονότονη, διότι η ενόρμηση για προσωπική δημιουργία καταπνίγεται κάτω απ' την υποχρέωση πραγματοποίησης μίας επιταγής. Η ευλογία του ανθρώπου, είναι ότι έχει τη δυνατότητα να θέσει τους προσωπικούς του στόχους, να κατασκευάσει τα προσωπικά του σχέδια. Ακόμη και αν η ελευθερία αυτή περιορίζεται εν μέρει λόγω των υποσυνείδητων σκέψεων που ρυθμίζουν σε υπολογίσιμο βαθμό τη συμπεριφορά, έχουμε πάλι έναν αξιοσημείωτο βαθμό ευελιξίας. Έχουμε τη δυνατότητα να στοχαστούμε πάνω στις συμπεριφορές μας, να βγάλουμε συμπεράσματα για εμάς παρατηρώντας τες και τέλος να τις μεταβάλλουμε. Επιπλέον, δεδομένου ότι η θεωρητική ύπαρξη ενός επιβεβλημένου σκοπού θα προκαλούσε -σε άλλη ίσως περίπτωση- ένα αίσθημα πληρότητας και ικανοποίησης, η εκπλήρωση αυτού του σκοπού θα ήταν στην πραγματικότητα ανεπιθύμητη. Πράγματι, λαμβάνοντας υπόψην ότι κάθε σκοπός έχει ένα τέλος (όπως αυτό όμορφα αντικατοπτρίζεται στην αρχαιοελληνική έννοια του "τέλους"), τι θα μας ωθούσε στην εκπλήρωση αυτού του σκοπού, εφόσον η ικανοποίηση που απορρέει από την υπηρέτησή του, έπαυε να υπάρχει;

     Ευτυχώς ο άνθρωπος έχει μια ασίγαστη επιθυμία για εξερεύνηση και πειραματισμό. Η ανθρώπινη απληστία, παρά τις καταστροφικές συνέπειες στις οποίες μπορεί να οδηγήσει πολλές φορές, είναι και αυτή κομμάτι της ευλογίας που μας έχει δοθεί από τη φύση. Ο άνθρωπος δεν επαναπαύεται με την επίτευξη ενός στόχου. Παρά την απερίγραπτη αίσθηση ολοκλήρωσης που χαρακτηρίζει μια στιγμή μεγάλης επιτυχίας, ο οργανισμός αργά ή γρήγορα επανέρχεται στην αρχική κατάσταση ισορροπίας και έπειτα ακολουθεί το κυνήγι κάποιου νέου στόχου. Η επίγνωση της έλλειψης αντικειμενικότητας ενός στόχου δε μετριάζει το πάθος της επιδίωξης. Αντιθέτως, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, χαρίζει στον άνθρωπο ένα αίσθημα ελευθερίας και εντείνει την ζωτικότητα αυτής της επιδίωξης. Θα μπορούσε κάποιος να αντιπαραβάλει ότι ο άνθρωπος είναι αναγκασμένος να θέτει συνεχείς στόχους και άρα είναι δέσμιος της ανάγκης του για δημιουργία και εξερεύνηση. Από μια ανθρώπινη σκοπιά όμως το επιχείρημα αυτό χάνει τη δύναμή του, καθώς το άτομο αναπτύσσεται και επωφελείται μέσα από την διαδικασία της επιδίωξης των στόχων του. Παράλληλα, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είναι αρκετά ευέλικτο ώστε να εκφράσει την ανάγκη του για δημιουργία με διαφορετικούς τρόπους. Η ανάγκη λοιπόν σε αυτή την περίπτωση θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί ως ένα αέναο κίνητρο με αναρίθμητες δυνατότητες έκφρασης, δίχως να χαρακτηρίζεται από μια συγκεκριμένη και αυστηρά ορισμένη σειρά ενεργειών.

     Ο Αλμπέρ Καμύ, στην προσπάθειά του να περιγράψει τον επαναστατημένο άνθρωπο που παρά τη συνειδητοποίηση του παραλόγου συνεχίζει να ζει και να αγωνίζεται, έκανε μνεία στο μύθο του Σισύφου. Η ζωή χαρακτηρίζεται από αμέτρητες δυσκολίες και εμείς πράγματι, καλούμαστε να βάλουμε κάπως τάξη σε αυτό το χάος, να βρούμε το δικό μας πάτημα. Οι θεοί τιμώρησαν τον Σίσυφο επιβάλλοντας του να σπρώχνει αιώνια έναν βράχο ως την κορυφή ενός βουνού. Κάθε φορά που έφτανε στην κορυφή, ο βράχος ξανακυλούσε κάτω κι ο Σίσυφος έπρεπε από την αρχή να ξεκινήσει την κοπιαστική ανάβαση. Με βάση τη σκοπιά του -κάπως πετυχημένου πια για να φτάσατε ως εδώ- συγγραφέα*, ο βράχος αυτός είναι τα πάθη και οι κακουχίες που πολλές φορές μοιάζουν ανυπέρβλητες. Όμως υπάρχει μια στιγμή, μια μοναδική κάθε φορά στιγμή, όπου ο Σίσυφος φτάνει στην κορυφή και τότε για λίγο ο βράχος μένει ακίνητος κι εκείνος ατενίζει· ευτυχισμένος. Είναι η στιγμή όπου οι στόχοι μας πραγματώνονται, όπου έχουμε ξεπεράσει τα βάσανά μας και βιώνουμε την χαρά στην πιο αγνή μορφή της. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε αυτό που είπε ο Ηράκλειτος, ότι από τα αντίθετα γεννιέται η ωραιότερη αρμονία. Η στιγμή όπου ο Σίσυφος φτάνει στην κορυφή, το αίσθημα που προσφέρει, είναι η απάντηση στην ερώτηση γιατί συνεχίζει κάποιος να ζει και οι προκλήσεις της ζωής είναι μέρος αυτής της απάντησης. Ας μην ξεχνάμε ότι το αίσθημα αυτό είναι μια εξαιρετικά πολύπλοκη σύνθεση μιας σειράς γνωστικών εκτιμήσεων, μνήμης και συναισθημάτων και για το λόγο αυτό δεν θα μπορέσει ποτέ να αναπαραχθεί με την χρήση κάποιου χημικού παρασκευάσματος.

     Θα ήταν όμως άδικο να εξαιρέσουμε όλες εκείνες τις μικρές χαρές που τροφοδοτούν κι αυτές με νόημα τη ζωή. Κατά κάποιο τρόπο, κάθε μια από αυτές μπορεί να θεωρηθεί εξίσου ως το τέλος μιας ακόμη ανάβασης, μια επιβεβαίωση από έναν συνάνθρωπο ή μια ατομική επιβράβευση για αυτό που επιχειρούμε να πετύχουμε ή απλούστατα για αυτό που είμαστε και έχουμε καταφέρει. Τέλος, θα ήθελα να σημειώσω ότι ολόκληρη η επιχειρηματολογία του γιατί ακόμη ζω ήταν μάλλον περιττή. Σε περίπτωση που η ερώτηση αυτή τίθεται όχι από λόγους περιέργειας αλλά από νιχιλιστική σκοπιά, υπονοώντας ότι πρέπει να βάλουμε τέλος στη ζωή μας, τότε μπορούμε να ισχυριστούμε ότι είναι αβάσιμη. Αβάσιμη διότι λαμβάνει ως δεδομένο ότι η ανυπαρξία ενός αντικειμενικού λόγου ύπαρξης συνεπάγεται την αυτοκτονία. Η αυτοκτονία μπορεί να είναι ένα λογικό αποτέλεσμα αυτής της συνειδητοποίησης για κάποιους που δεν κατάφεραν να αντικαταστήσουν τον χαμένο σκοπό με ένα νόημα, ωστόσο δεν είναι φυσικά το αποκλειστικό. Η ερώτηση του γιατί ζούμε, μπορεί να τεθεί από ερευνητική, στοχαστική σκοπιά και όχι από νιχιλιστική, καθώς απορρίπτεται από την ίδια την πραγματικότητα. Ακόμη και αν ισχυριζόμασταν ότι ο άνθρωπος συνεχίζει να ζει γιατί είναι παράλογο ον, τότε ποιος μας εγγυάται ότι η λογική αυτής της ερώτησης δεν είναι και αυτή παράλογη(μιας και έχει παραχθεί από άνθρωπο);
Εάν λοιπόν την επόμενη φορά κάποιος εξυπνάκιας σας ρωτήσει γιατί συνεχίζετε να ζείτε αφού η ζωή δεν έχει αντικειμενικό νόημα (την ίδια ώρα που το καθίκι αυτό συνεχίζει να ζει!) πείτε του απλά "έτσι!" Και αν επιπλέον σας απαντήσει ότι το έτσι δεν είναι λογικό επιχείρημα, στείλτε του αυτό το κείμενο μπας και κάνω καμιά αναδημοσίευση.

     Εύχομαι να συνεχίσετε να ζείτε και ν' αγκαλιάσουμε όλοι μαζί το παράλογο.

                                                                              Άγγελος Διδάχος
* Δεν μιλάμε για τον Καμύ αλλά για εμένα!
                         

7 Σεπτεμβρίου 2016

Ποια είναι τα πραγματικά μας όρια ;

     Το 1967 ο Martin Seligman, ένας από τους πιο γνωστούς συμπεριφορικούς ψυχολόγους, πραγματοποιεί μαζί με τον Steve Maier ένα πείραμα που θα αποτελέσει πρόδρομο μιας πολυάριθμης σειράς σχετικών ερευνών και θα παγιωθεί ανάμεσα στις κλασικές και πλέον πολυσυζητημένες μελέτες της ψυχολογίας.
     Τα υποκείμενα του πειράματος ήταν 24 σκυλιά, χωρισμένα σε τρεις ισάριθμες ομάδες : την ομάδα διαφυγής, την ομάδα μη διαφυγής και την ομάδα ελέγχου. Στην πρώτη ομάδα (ομάδα διαφυγής), κάθε σκυλί τοποθετήθηκε σε ένα ζυγό που το κρατούσε δεσμευμένο, παρέχοντας όμως κάποιο περιθώριο κίνησης. Οι ερευνητές είχαν τοποθετήσει δύο παρωπίδες