23 Ιουλίου 2017

Απόσπασμα από "Τα τελευταία λόγια"

Τέντωσε τα βλέφαρά της σε μια προσπάθεια να διατηρηθεί σε εγρήγορση και γύρισε ξανά προς τη μητέρα της. Κρατούσε ακόμη το λιπόσαρκο χέρι της, πάντοτε απαλά για να μην το τραυματίσει. Το γερασμένο της κορμί ήταν πια εύθραυστο. Τόσο ανάλαφρο και ανυπεράσπιστο που οποιαδήποτε απότομη αλλαγή μπορούσε να το ταράξει. Οι χρωματιστές πιτζάμες της, οι οποίες άλλοτε έδιναν μια ελαφρώς αστεία πλην όμως νεανική νότα στην όψη της, εξαφάνιζαν σχεδόν τα λεπτοκαμωμένα της άκρα και απλώνονταν πληθωρικά πάνω στο λευκό σεντόνι της κλίνης. Διάστικτες πάνω στο δέρμα της, καφετιές κηλίδες γήρατος και μελανιές από την συχνή αιμοληψία. Μια ύπαρξη τυραννισμένη, ανήμπορη πια να προβάλλει αντίσταση στο χρόνο, έπαιρνε αθόρυβα το τελευταίο της μονοπάτι όσο το περίβλημά της κειτόταν σχεδόν ασάλευτο στο πολυκαιρισμένο στρώμα. Η Στέλλα χάιδεψε το κεφάλι της με σκοπό ίσως να εκμαιεύσει ένα μικρό χαμόγελο· στη συνέχεια χαμογέλασε η ίδια μελαγχολικά, προσπαθώντας να κρύψει δίχως επιτυχία την θλίψη που έπηζε στο πρόσωπό της όσο αντίκριζε τη λυμφατική μορφή της μητέρας της. Δεν υπήρχε αμφιβολία. Θα έφευγε σύντομα.


     Το μόνο στοιχείο που μαρτυρούσε ζωή, ήταν η γαλάζια φλόγα που σιγόκαιγε στα μάτια κάτω απ’ το σταχτί μέτωπό της. Τα μάτια. Το τελευταίο απάγκιο της νιότης. Και σε τροχιά γύρω από τις σκοτεινές κι αχαρτογράφητες κόρες τους, οι στιγμές που σημαδεύτηκαν με το ιριδίζον αποτύπωμα του ονείρου, της λαχτάρας, της έξαψης, της απόλαυσης, του πόνου, της ενοχής και της πραγμάτωσης. Όλες συγκεντρωμένες γύρω απ’ τον ατόφιο πυρήνα του είναι που υπερβαίνει το χρόνο. Ακόμη και όταν η ψυχή, η τελευταία παγερή πνοή στην οποία εναποτίθεται με ευφάνταστο τρόπο το σύνολο μιας πίστης, εγκαταλείψει το σώμα, το σμαράγδινο μωσαϊκό των ματιών συνεχίζει να εκπέμπει μυστηριωδώς την αρμονία του αιωνίου. Ο άνθρωπος συνεχίζει να ζει. Πάντα ζούσε.

                                                                                                             Άγγελος Διδάχος

Δεν υπάρχουν σχόλια :