13 Σεπτεμβρίου 2013

Το άγαλμα

Πέρασε σκυθρωπός από μπροστά
με μάτια σαν γκρίζους ουρανούς πνιγμένους σε σύννεφα βαριά
να γέρνουν στο χώμα φορτωμένα ντροπή.
Έβρεχαν τα δαγκωμένα χείλη του μ' αλμυρές στάλες
κι ήταν η λαχτάρα να το αντικρίσει κύμα βουβό που έσκαγε
στο στέρνο ανάμικτο με θλίψη.
Πώς να τολμούσε να υψώσει τη ματιά του;
Εκείνο κοίταζε ασάλευτο μπροστά
γεμάτο περηφάνια βαλσαμωμένη να ξεχειλίζει
μες απ' τους μπρούτζινους οφθαλμούς του.
Σκέπαζε σαν μαργαριτάρι στα σταυρωτά του δάχτυλα
καρτερικότητα σπάνια, ζηλευτή.
Μήτε τα χέρια του χρόνου μπορούσαν να λαξεύσουν τη μορφή του.
Στραμμένο στην ανατολή ξαναγεννιόταν πλάι στον ήλιο
απ' τις βαθύχρωμες ανάσες της Αυγής
που απλώνονταν σαν φύσημα παιδιού σ' ουράνιο καμβά.

Κάποτε κούρνιαζε κρυφά στα λυγισμένα γόνατά του
ψελλίζοντας του μυστικά και όνειρα.
Όνειρα που άνθιζαν αργά μαζί με το κορμί του
και σπέρνανε αγάπη στα χωράφια της ψυχής.
Σιβυλλικά στον κόσμο που θρεφόταν μ' αυχμηρές ελπίδες
ξεκάθαρα όμως για το άγαλμα.
Κι όσο τα κυνηγούσε διψασμένος εκείνα ζωντάνευαν
σαν οπτασία αληθινή που ορκιζόταν μέσα της να ζήσει.
Μονάχα εκεί, στα λαγαρά νερά της φαντασίας αντίκριζε τον εαυτό του
κι ήταν πανέμορφος σαν άστρο χρυσαφί που σελαγίζει
ακόμη κι αν κανένας δεν γυρνούσε να το δει.

Πέρασε σκυθρωπός και κοντοστάθηκε
πλάι στο άγαλμα που είχε χρόνια ν' ανταμώσει.
Το γερασμένο του κορμί ανασκιρτούσε
σαν ξέπνοη ελπίδα που την σκεπάζει ορμητικά το τελευταίο ρίγος.
Έγειρε κλαίγοντας στα γόνατά του
δίχως στιγμή να ορθώσει τη ματιά που έσταζε ντροπή.

« Άλλαξα δρόμο κι έσβησε ο ορίζοντας
  όπως κι η φλόγα που έκαιε στη ψυχή μου.
  Οι μέρες μου έστηναν μικρές παγίδες, αδιόρατες
  και βρέθηκα μπλεγμένος στα πονηρά δίχτυα του χρόνου.
  Δεν έφταιγα όμως.
  Πρέπει να με πιστέψεις γιατί εγώ δεν μπόρεσα.
  Κράτησα όσο βάσταγε η καρδιά μου
  μέσα στην έρημο που έχτιζα με ιδρώτα τα όνειρά μου
  προτού χαθώ στα όνειρα των άλλων.
  Εσύ δεν άλλαξες. Όμως εσύ ήσουν ήρωας.
  Και μόνο οι ήρωες μπορούν να προχωρούν μπροστά μονάχοι.»

                                                                                                               Διδάχος Άγγελος


COPYRIGHTSWORLD.COM VERIFICATION BADGE - CLICK TO VERIFY!


5 σχόλια :

Άιναφετς είπε...

Ανοίγω στη τύχη το, "Παραβολές και ποιήματα", του Κρισναμούρτι και αντιγράφω:
"Η σοφία Σου άνοιξε τα κλειστά μου μάτια,
η αιώνια ησυχία Σου με μεταμόρφωσε.
Ένοιωσα τη στοργή Σου, στοργή μάνας στο παιδί της
και δασκάλου στο μαθητή του.
Ένοιωσα τη συμπόνοια Σου για τα πάντα,
έμψυχα και άψυχα, ζωντανά και νεκρά".

Μου κάνει τεράστια εντύπωση, πως αυτός ο στίχος ταίριαξε στο ποίημα σου...

Crux είπε...

Γεια σου Άιναφετς.

Δυστυχώς για εμένα δεν έχω δει τίποτε άλλο από Κρισναμούρτι εκτός από συνεντεύξεις του.
Ευτυχώς από την άλλη μου δίνεις τώρα την ευκαιρία να μάθω περισσότερα γι' αυτόν και τις ιδέες του.
Ο τίτλος και οι στίχοι μου θύμισαν για κάποιο λόγο τη φιλοσοφία και την έκφραση του Γκιμπράν.

Καλό σου απόγευμα Άιναφετς :)

Clementine είπε...

Μ' αρέσει :) η γραφή σου, μου θυμίζει την δικιά μου σε αρκετά στοιχεία!! Μα η δικιά σου είναι πιο εξειδικευμένη / πιο εκλεπτισμένη! Μπορεί κ συνταράζει τον εκφραστικό λόγο , έχοντας ως καβάτζα την ένωση του Πραγματικού με το Φανταστικό ,σαν να 'ταν δεδομένο !?
Δν ξέρω αν έγινα κατανοητή ;; Παρ'όλ'αυτά , Καλημέρα ~ :)

Crux είπε...

@ Purple Rompishness * ( pontici )

Απόλυτα κατανοητή. Με το ένα πόδι στη γη και με τ' άλλο έξω απ' αυτή, όπως είχε πει κάποιος μεγαλύτερος από εμάς.
Είναι... κάτι σαν φιλοσοφία υποθέτω.
Νομίζω πως αν πω κάτι επιπλέον, θα είναι περιττό.

Καλό σου βράδυ και καλώς ήρθες στη γωνιά μου.

Clementine είπε...

:) σ'ευχαριστώ